Κυριακή 22 Αυγούστου 2021

19/08/1991 – 19/08/2021: 30 χρόνια από τότε που άλλαξε ο κόσμος

Βασίλης Μακρίδης


Στις 19 Αυγούστου 1991 στην τότε Σοβιετική Ένωση εκδηλώθηκε στρατιωτικό-πολιτικό πραξικόπημα που στρεφόταν κατά του εκλεγμένου (και, τελικά, μοναδικού στην Ιστορία) Προέδρου της χώρας, Μιχαήλ Γκορμπατσόβ. Αφορμή γι’ αυτό στάθηκε, κατά τα λεγόμενα της ομάδας πρωτοβουλίας για το πραξικόπημα, η διαφαινόμενη διάλυση του κράτους της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), την οποία προωθούσε ο Γκορμπατσόβ μέσω της υπογραφής μιας νέας συμφωνίας ανάμεσα στις Ενωσιακές Δημοκρατίες που αποτελούσαν τότε την ΕΣΣΔ και η οποία ήταν προγραμματισμένο να πραγματοποιηθεί μόλις 2 μέρες αργότερα, στις 21 Αυγούστου 1991.

Η ομάδα αυτή αυτοπαρουσιάστηκε με τα αρχικά Γκε-Κα-Τσε-Πε (ρωσ.: ГКЧП — Государственный Комитет Чрезвычайного Положения, Κρατική Επιτροπή Έκτακτης Κατάστασης). Για την οικονομία του κειμένου, στο εξής θα χρησιμοποιούμε την ελληνική συντομογραφία – ΚΕΕΚ, όταν αναφερόμαστε στη συγκεκριμένη Επιτροπή.
Μέλη της ήταν σημαίνοντα στελέχη του τότε Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ), της κυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού. Στον στενό πυρήνα της ΚΕΕΚ συμμετείχαν 8 άτομα, τα οποία απαριθμούνται παρακάτω:

1. Γιανάεβ, Γκενάντι Ιβάνοβττς (1937 -2010) – Αντιπρόεδρος της ΕΣΣΔ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής (ΚΕ) του ΚΚΣΕ,

2. Μπακλάνοβ, Ολέγκ Ντμίτριεβιτς (1932 – 2021) – Α’ Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Άμυνας της ΕΣΣΔ, μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ,

3. Κριουτσκόβ, Βλαντίμιρ Αλεξάντροβιτς (1924 – 2007) – επικεφαλής της KGB (Υπηρεσίας Κρατικής Ασφάλειας), μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ,

4. Πάβλοβ, Βαλεντίν Σεργκέγεβιτς (1937 – 2003) – Πρωθυπουργός της ΕΣΣΔ, μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ,

5. Πούγκο, Μπορίς Κάρλοβιτς (1937 – 1991) – Υπουργός Εσωτερικών, μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ,

6. Σταροντούμπτσεβ, Βασίλι Αλεξάντροβιτς (1931 – 2011) – Πρόεδρος της Αγροτικής Ένωσης της ΕΣΣΔ, μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ,

7. Τιζιακόβ, Αλεξάντρ Ιβάνοβιτς (1926 – 2019) – Πρόεδρος της Ένωσης Κρατικών Επιχειρήσεων, Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων, Κατασκευών και Μεταφορών και Επικοινωνιών της ΕΣΣΔ και

8. Γιάζοβ, Ντμίτρι Τιμοφέγεβιτς (1924 – 2020) – Υπουργός Άμυνας της ΕΣΣΔ.

Η παραπάνω Επιτροπή, στις 19/08/2021 και ενώ ο Πρόεδρος της χώρας Μιχαήλ Γκορμπατσόβ βρισκόταν για ολιγοήμερες διακοπές στο τουριστικό θέρετρο Φόρος (ή Φορός, όπως τονίζεται στα Ρωσικά) της Κριμαίας, έχοντας με το μέρος τους τμήμα των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και των μυστικών υπηρεσιών της χώρας, κατέλαβε με πραξικόπημα την εξουσία, ανακοινώνοντας επίσημα ότι ο Πρόεδρος Γκορμπατσόβ δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του «για λόγους υγείας» και ότι η Επιτροπή αναλάμβανε την εξουσία, δήθεν, «μέχρι να βελτιωθεί η υγεία» του Προέδρου.

Στα σχέδια της ΚΕΕΚ συμπεριλαμβάνονταν: η απομόνωση του Προέδρου της ΕΣΣΔ στην Κριμαία, η αποτροπή της όποιας αντίδρασης του Προέδρου της Ρωσικής Σοβιετικής Ομόσπονδης Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας – ΡΣΟΣΔ, Μπορίς Γέλτσιν και η κατάληψη μέσω των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας στρατηγικής σημασίας εγκαταστάσεων εντός της Μόσχας, συμπεριλαμβανομένου και του ραδιοτηλεοπτικού μεγάρου στη συνοικία Οστάνκινο.

Ωστόσο, από την πρώτη στιγμή φαινόταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στο όλο σκηνικό. Η συνέντευξη Τύπου που διοργάνωσε η ηγετική ομάδα της ΚΕΕΚ αποδείχθηκε ως ένα επικοινωνιακό «πατατράκ». Αφενός κανείς δεν έδωσε μια πειστική απάντηση στο ερώτημα περί της υγείας του Προέδρου Γκορμπατσόβ, ενώ τα τρεμάμενα χέρια του Γκενάντι Γιανάεβ την ώρα που απαντούσε στις ερωτήσεις των Σοβιετικών και ξένων δημοσιογράφων δήλωναν κάτι παραπάνω από αμηχανία…

Τα υπόλοιπα γεγονότα είναι λίγο ως πολύ γνωστά και από το οπτικοακουστικό υλικό των τηλεοπτικών ρεπορτάζ της εποχής: την ώρα που στους δρόμους της Μόσχας κυκλοφορούσαν τανκ και οχήματα μεταφοράς προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων της ΕΣΣΔ, μερικές δεκάδες χιλιάδες πολιτών βγήκαν στους δρόμους και περικύκλωσαν το κτήριο του Λευκού Οίκου της Μόσχας (έδρα, τότε, του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΡΣΟΣΔ), αντιτασσόμενοι στο πραξικόπημα και προβάλλοντας τα αιτήματα για δημοκρατία και ελευθερία (κατά την τότε επικρατούσα αντίληψή τους περί αυτών). Οι στρατιωτικές μονάδες που βρίσκονταν εντός της πόλης της Μόσχας και αρχικά είχαν στραφεί εναντίον του πλήθους των πολιτών, σταδιακά άρχισαν να απειθαρχούν και να αρνούνται να χτυπήσουν συμπολίτες τους. Η όποια σχετική υποστήριξη είχε η ηγετική ομάδα της ΚΕΕΚ από τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας εκμηδενίστηκε πολύ γρήγορα. Ο Μπορίς Γέλτσιν, αρπάζοντας την ευκαιρία ελέω της απουσίας και της απομόνωσης του κυριότερου, μέχρι τότε, πολιτικού του αντιπάλου (Μιχαήλ Γκορμπατσόβ), συμπεριφέρεται ως «χαλίφης στη θέση του χαλίφη» και διατάσσει την επιστροφή των στρατιωτικών μονάδων στη βάση τους. Το διάταγμα εκφωνεί, μέσω μεγαφώνων που στήθηκαν στο κτήριο του Λευκού Οίκου, ο Α“ Αναπληρωτής Πρωθυπουργός της ΡΣΟΣΔ (και εκ των πλησιέστερων συνεργατών του Γέλτσιν) Γκενάντι Μπούρμπουλις.

Το πραξικόπημα-μαριονέτα (όπως αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος) ολοκληρώθηκε στις 21 Αυγούστου 1991. Σε χρόνο-ρεκόρ συνελήφθησαν τα 7 από τα 8 μέλη της ηγετικής ομάδας της ΚΕΕΚ. Ο όγδοος της «παρέας», Μπορίς Πούγκο, αυτοκτόνησε μαζί με τη γυναίκα του στις 22 του μήνα, την ώρα που, με εντολή της Γενικής Εισαγγελίας της ΕΣΣΔ ομάδα συνεργατών της KGB της ΡΣΟΣΔ είχε μεταβεί στο σπίτι του για να τον συλλάβει.

Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόβ επέστρεψε, τελικά, στη Μόσχα, όμως το σκηνικό είχε ήδη στηθεί πίσω από την πλάτη του και εν τη απουσία του: μέσα στους επόμενους μήνες οι ηγέτες των πρώην Ενωσιακών Δημοκρατιών, οι ίδιοι που είχαν συμφωνήσει να υπογράψουν στις 21 Αυγούστου τη νέα Ενωσιακή Συμφωνία, ανακοίνωναν ο ένας πίσω από τον άλλον την «ανεξαρτησία» τους από τη Μόσχα. Μέχρι το τέλος του 1991 ο Γκορμπατσόβ είχε μείνει, επί της ουσίας, ως ένας «Πρόεδρος χωρίς χώρα». Το τελειωτικό χτύπημα γι’ αυτόν ήταν η λεγόμενη Συμφωνία της Μπιελοβιέζα (στα σύνορα Λευκορωσίας και Πολωνίας), εκεί όπου οι Πρόεδροι της ΡΣΟΣΔ (Μπορίς Γέλτσιν), της Ουκρανίας (Λεονίντ Κραβτσούκ) και της Λευκορωσίας (Στανισλάβ Σουσκέβιτς) αποφάσισαν οριστικά τον διαχωρισμό των κρατών τους και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας τους. Στις 25 Δεκεμβρίου 1991, ανήμερα των «καθ’ ημάς» Χριστουγέννων (οι ορθόδοξοι κάτοικοι των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ τα γιορτάζουν στις 7 Ιανουαρίου), ο Μιχαήλ Γκορμπατσόβ ανακοινώνει, με τηλεοπτικό του διάγγελμα, την παραίτησή του από το αξίωμα του Πρόεδρου της ΕΣΣΔ. Του έμελλε να είναι ο πρώτος, αλλά και ο τελευταίος Πρόεδρος που γεννήθηκε, μεγαλούργησε, αλλά και διαλύθηκε τόσο άδοξα μέσα στον 20ό αιώνα και σε ένα διάστημα κάτι παραπάνω από 70 ετών.

Η τύχη της ηγετικής ομάδας του πραξικοπήματος (με την εξαίρεση, φυσικά, του αυτόχειρα Πούγκο) ήταν, τελικά, πολύ καλύτερη από αυτήν που θα περίμενε κανείς για μια ομάδα ανθρώπων που επιχείρησαν δια της βίας να ανατρέψουν τη νόμιμη εξουσίας μιας χώρας. Όλοι τους καταδικάστηκαν σε ολιγοετείς φυλακίσεις (κάποιοι, μάλιστα, απλώς σε κατ’ οίκον περιορισμό) και, τελικά, με απόφαση της Ανώτατης Δούμας της Ρωσικής Ομοσπονδίας από τις 23 Φεβρουαρίου 1994 χορηγήθηκε γενική αμνηστία σε όσους συμμετείχαν στο πραξικόπημα. Η δίκη των μελών της ΚΕΕΚ ολοκληρώθηκε τυπικά στις 6 Μαΐου του ίδιου έτους με επιβεβαίωση της αμνηστίας. Τα μέλη της ΚΕΕΚ και οι υποστηρικτές και συμπαθούντες αυτή ξεκίνησαν καινούργια ζωή: άλλοι ασχολήθηκαν με τις επιχειρήσεις, άλλοι έγιναν συγγραφείς, άλλοι αγρότες κοκ. Όλοι, πάντως, βρήκαν μια θέση στη ζωή και την κοινωνία της νέας Ρωσίας, ωσάν να μην είχε συμβεί τίποτε λίγα χρόνια πριν… Τελευταίος επιζών της ηγετικής ομάδας ήταν ο Ολέγκ Μπακλάνοβ, που έφυγε από τη ζωή στις 28 Ιουλίου 2021 σε ηλικία 89 ετών, ενώ περίπου 1 χρόνο νωρίτερα (2020) είχε πεθάνει και ο Ντμίτρι Γιάζοβ.

Ο κόσμος μας τα τελευταία 30 χρόνια έχει αλλάξει δραματικά: το – τότε – σοσιαλιστικό στρατόπεδο διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη. Τρία ομοσπονδιακά κράτη (ΕΣΣΔ, Γιουγκοσλαβία, Τσεχοσλοβακία) «έσπασαν» σε αρκετά «νεότευκτα» «ανεξάρτητα» κράτη. Ο κόσμος έγινε μονοπολικός, με μοναδικό κράτος-ηγεμόνα τις ΗΠΑ. Ο καπιταλισμός έζησε την παλινόρθωσή του σε χώρες, όπου επί δεκάδες χρόνια γινόταν (με τα όποια λάθη και ανακολουθίες) προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Ο εθνικισμός, ο πολιτικός και θρησκευτικός φανατισμός και η μισαλλοδοξία άρχισαν να κερδίζουν έδαφος σε πολλά σημεία του κόσμου. Η Υφήλιος έχασε την ισορροπία της πρώτης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο περιόδου. Το φαινόμενο της τρομοκρατίας έγινε παγκόσμιο, ενώ η προσφυγιά και η οικονομική μετανάστευση από τις χώρες-παρίες του παγκόσμιου συστήματος άρχισε να λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Οι αλλαγές στον κόσμο ήταν πολλές και, όπως φαίνεται και από τον παραπάνω μίνι «κατάλογο», κάθε άλλο παρά προς το καλύτερο…

Βεβαίως τα τελευταία χρόνια βλέπουμε και διαφόρων μορφών αντιδράσεις απέναντι στη «μονοκρατορία» των ΗΠΑ και του δυτικού κόσμου, άλλες με θετικό, σε γενικές γραμμές, πρόσημο και άλλες με άκρως αρνητικό, πολιτικά και ιδεολογικά. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Αφγανιστάν με την, προσώρας, επικράτηση των μισαλλόδοξων και άκρως αντιδραστικών Ταλιμπάν στην εξουσία, είναι ένα από τα δεύτερα παραδείγματα. Η εμφάνιση στον παγκόσμιο πολιτικό στίβο ισχυρών χωρών, όπως η Ρωσία και η Κίνα, που προβάλλουν ένα διαφορετικό παράδειγμα διεθνών σχέσεων από αυτό της «συλλογικής Δύσης» ανήκει, μάλλον, στην πρώτη ομάδα και, ανεξαρτήτως της σχέσης που μπορεί να έχει ο/η καθένας/-μιά προς το πολιτικό και οικονομικό σύστημα αυτών των χωρών, η αντίληψή τους για το πώς πρέπει να οικοδομούνται οι διεθνείς σχέσεις είναι πολύ πιο «ανθρώπινη» και ταιριαστή με τα συμφέροντα της μεγάλης πλειονότητας των κρατών του κόσμου, συγκριτικά με την αντίστοιχη «δυτική» εκδοχή…

Τι προηγήθηκε

Από τα μέσα προς τέλη της δεκαετίας του ‘70 και μετά από μία αρκετά μακρά περίοδο ακμής, οικονομικής ανάπτυξης και σημαντικής βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της ΕΣΣΔ, στη χώρα παρουσιάστηκε, φαινομενικά απότομα, ένα σημαντικό «φρενάρισμα» της ανάπτυξης και πτώση της παραγωγικότητας, γεγονότα είχαν τον ανάλογο αντίκτυπο και στις καταναλωτικές επιλογές των πολιτών, αλλά και στη γενική τους διάθεση απέναντι στην πολιτική και κομματική ηγεσία της χώρας. Η περίοδος αυτή είθισται να αποκαλείται ως «Περίοδος της Στασιμότητας». Την περίοδο αυτή δεν γίνεται ούτε λόγος για κάποιας μορφής πολιτική αντίδραση από την πλευρά του σοβιετικού λαού – ούτως ή άλλως, οι βασικές καταναλωτικές ανάγκες εξακολουθούν να καλύπτονται σχετικά επαρκώς, ενώ η σιγουριά των κοινωνικών παροχών (δωρεάν παιδεία και υγειονομική περίθαλψη, εξασφαλισμένη εργασία και εργασιακές παροχές, χαμηλό συνταξιοδοτικό όριο – 60 έτη για τους άνδρες, 55 για τις γυναίκες) δημιουργούσε ένα ισχυρό, ακόμη, πλέγμα προστασίας και ασφάλειας.

Ωστόσο ήταν φανερό ότι το μέχρι τότε υφιστάμενο μοντέλο οικονομίας χρειαζόταν σοβαρές μεταρρυθμίσεις, ώστε να συνεχίσει τα είναι λειτουργικό και, το κυριότερο, να βελτιώνει ουσιαστικά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Το παλιό «σταλινικό» μοντέλο οικονομίας, που ήταν δομημένο κυρίως πάνω σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης (πόλεμοι, καταπολέμηση πείνας, κατασκευή βασικών υποδομών κοκ) είχε αντικατασταθεί από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 (ουσιαστικά με την ανάληψη καθηκόντων Γενικού Γραμματέα του ΚΚΣΕ από τον Λεονίντ Μπρέζνιεβ) από ένα πιο «ευέλικτο» και προσαρμοσμένο στις νέες συνθήκες μοντέλο, το οποίο ωστόσο ξεπεράστηκε επίσης από τις συνθήκες και χρειαζόταν γενναίες αλλαγές. Τα σημαντικότερα προβλήματα παρουσιάζονταν στην ποιότητα πολλών παραγόμενων προϊόντων (καταναλωτικών και μη) και στο κάκιστο σύστημα τροφοδοσίας και διανομής προϊόντων. Οι δύο αυτοί τομείς υποδείκνυαν, επί της ουσίας, ένα βαθύτερο πρόβλημα: την αδυναμία κατανόησης από το οικονομικό επιτελείο της σοβιετικής ηγεσίας, ότι και σε μια σοσιαλιστική οικονομία λειτουργεί ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, φυσικά με εντελώς διαφορετικούς όρους από αυτούς που ισχύουν σε μια καπιταλιστική οικονομία.

Έτσι η σοβιετική οικονομία παρήγαγε πολλές φορές σε μεγάλες ποσότητες προϊόντα χωρίς πρακτική χρησιμότητα, ούτε και ελκυστικά για τον πολίτη, τη στιγμή που σε βασικά προϊόντα άρχισαν να παρατηρούνται αδικαιολόγητες ελλείψεις. Επίσης, η κατηγοριοποίηση των πόλεων και των χωριών ως προς την ποσότητα και την ποιότητα της τροφοδοσίας τους με αγαθά («άλλη» τροφοδοσία για τη Μόσχα, το Λενινγκράντ και τις πρωτεύουσες των Ενωσιακών Δημοκρατιών, «άλλη» για τις μεγάλες πόλεις, «άλλη» για τις μεσαίες και μικρές πόλεις, «άλλη» για τα χωριά) δημιουργούσε συνθήκες ανισότητας ανάμεσα στους κατοίκους των αστικών και των ημιαστικών και αγροτικών περιοχών, που ήταν εντελώς ασύμβατες με την ιδεολογική αρχή του κομμουνισμού περί ισότητας των πολιτών σε όλα τα επίπεδα.

Σημαντικό «μείον» και τροχοπέδη στην ανάπτυξη της οικονομίας αποτελούσε, επίσης, η πλήρης, σχεδόν, απουσία σύνδεσης των αναμφισβήτητων επιτευγμάτων της σοβιετικής επιστήμης και τεχνολογίας με την παραγωγική διαδικασία, που θα οδηγούσε στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας και στη μείωση του κόστους παραγωγής, κάτι που, σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικονομίας θα ήταν σε σχεδόν αποκλειστικό όφελος του τελικού καταναλωτή.

Ανάλογα προβλήματα με αυτά της ΕΣΣΔ, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, αντιμετώπιζαν και οι υπόλοιπες χώρες-μέλη του Συμβουλίου Οικονομικής Αλληλοβοήθειας (ΣΟΑ). Άλλες τα κατάφερναν σαφώς καλύτερα (πχ Γερμανική ΛΔ, Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία), άλλες λιγότερο καλά (Πολωνία, Βουλγαρία) και άλλες (Ρουμανία) θύμιζαν ελάχιστα, για να το πούμε κομψά, σοσιαλιστική χώρα, έχοντας οικονομία σχεδιασμένη «στο πόδι», με εκτεταμένη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό και με διανομή στο λαό όχι πλούτου, αλλά φτώχειας. Η χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης, μαζί με τα αιτήματα για περισσότερη δημοκρατία και διαφάνεια στο δημόσιο βίο, θα έφερνε λίγα χρόνια αργότερα την «καταιγίδα» των πολιτικών αλλαγών στην Ανατολική Ευρώπη, που από αλλού ξεκίνησαν και (κατά την άποψη του γράφοντος) αλλού, δυστυχώς, κατέληξαν…

Η εκλογή Αντρόποβ

Επιστρέφοντας στην ΕΣΣΔ, ο θάνατος του Λεονίντ Μπρέζνιεβ στις 10 Νοεμβρίου 1982 και η ανάληψη της Γενικής Γραμματείας του ΚΚΣΕ από τον Γιούρι Αντρόποβ δύο μέρες αργότερα, με απόφαση της έκτακτης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, σηματοδότησαν την πρώτη απόπειρα βαθιών τομών και ριζοσπαστικών αλλαγών στον τομέα της οικονομίας, αλλά και στην ενίσχυση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και της διαφάνειας στον δημόσιο βίο της χώρας. Ο Αντρόποβ, έχοντας προϋπάρξει επί 15 χρόνια επικεφαλής της KGB και έχοντας στο βιογραφικό του την καταστολή των αντικομμουνιστικών πραξικοπημάτων στην Ουγγαρία (1956) και την Τσεχοσλοβακία (1968), ήταν άνθρωπος οξυδερκής και με σφαιρική αντίληψη των πραγμάτων, ενώ η μη συμμετοχή του σε κυβερνητικά καθήκοντα του έδινε τη δυνατότητα της παρατήρησης εξ αποστάσεως και της καταγραφής όλων των αδυναμιών στη διοίκηση του κρατικού μηχανισμού, αλλά και των φαινομένων διαφθοράς, παράνομου πλουτισμού και – κακώς εννοούμενου – «καριερισμού» σε όλα τα επίπεδα της σοβιετικής κοινωνίας και του κρατικού και κομματικού μηχανισμού.

Στους 15, μόλις, μήνες που παρέμεινε στην ηγεσία του Κόμματος και της χώρας, ο Γιούρι Αντρόποβ δεν προέβη μόνο σε ριζικές αλλαγές στον διοικητικό μηχανισμό (18 υπουργοί και 37 επικεφαλής Περιφερειών είδαν σε αυτό το χρονικό διάστημα την πόρτα της εξόδου!), αλλά και προσπάθησε να δώσει αποφασιστικό χτύπημα στα φαινόμενα διαφθοράς, δίνοντας τη δυνατότητα στις δικαστικές Αρχές της χώρας να παραπέμψουν σε δίκες δεκάδες (ή και εκατοντάδες) «μεγαλόσχημους» κρατικούς και κομματικούς λειτουργούς, ειδικά στο χώρο του εμπορίου και της διανομής αγαθών. Παράλληλα προσπάθησε να ενισχύσει την εργασιακή πειθαρχία και τα εκτεταμένα φαινόμενα «κοπάνας» από τους εργασιακούς χώρους, με εντολή στα αστυνομικά όργανα να πραγματοποιούν ελέγχους ακόμη και στους δρόμους και στα καταστήματα, προκειμένου να καταγράφουν τους «κοπανατζήδες».

Ωστόσο, πέρα από τα μέτρα πειθαρχικού χαρακτήρα, ο Αντρόποβ αντιλαμβανόταν την ανάγκη για ριζική αναδιαμόρφωση όλου του συστήματος παραγωγής και κατανομής αγαθών, όπως και το γεγονός ότι, σε μεγάλο βαθμό, η ηγεσία του ΚΚΣΕ και τα στελέχη του κρατικού και κομματικού μηχανισμού είχαν, εν πολλοίς, χάσει την επαφή με τον απλό λαό, δεν κατέγραφαν τις ανάγκες και τις ανησυχίες του και, φυσικά, δεν έδειχναν πολλές φορές την παραμικρή διάθεση να επιλύσουν και το πιο απλό πρόβλημα. Η γραφειοκρατία και η διαφθορά είχαν τη ρίζα τους ακριβώς στα παραπάνω. Επίσης ήταν σαφώς ταγμένος υπέρ της εμβάθυνσης της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, της μεγαλύτερης συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων και της διαφάνειας στον δημόσιο βίο, όρο απαραίτητο για την οικοδόμηση όρων εμπιστοσύνης ανάμεσα στην ηγεσία της χώρας και τους πολίτες της.

Ο Αντρόποβ άρχισε σταδιακά να δημιουργεί μια ομάδα ομοϊδεατών του, με στόχο την επεξεργασία ενός νέου οικονομικού σχεδίου, που θα λάμβανε υπόψη και θα χρησιμοποιούσε τα επιτεύγματα της σοβιετικής επιστήμης και τεχνολογίας και το ποιοτικό άλμα που θα αναβάθμιζε σε όλα τα επίπεδα τη ζωή των Σοβιετικών πολιτών. Δυστυχώς, τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε (νεφρική ανεπάρκεια) τον οδήγησαν στον πρόωρο θάνατο, στις 9 Φεβρουαρίου 1984. Έτσι, η πρώτη προσπάθεια για αναγέννηση και ποιοτική αναβάθμιση της σοβιετικής οικονομίας παρέμεινε ανολοκλήρωτη.

Η εκλογή Γκορμπατσόβ

Επόμενος Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ εκλέχτηκε ο Κονσταντίν Τσερνιένκο, από τα πλέον έμπειρα κομματικά στελέχη και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος από το 1978. Η επιλογή αυτή, με δεδομένη τη βεβαρημένη υγεία του Τσερνιένκο, μαρτυρούσε ένα σημαντικό κενό στην εξεύρεση και ανάδειξη στην ηγεσία του Κόμματος και της χώρας ενός ατόμου ικανού στη διοίκηση και τη διαχείριση κρίσεων. Ήταν φανερό, ότι η ηγεσία του ΚΚΣΕ προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο, μέχρι να καταλήξει στο άτομο που θα θεωρούσε κατάλληλο για τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Ο θάνατος του Τσερνιένκο στις 10 Μαρτίου 1985, μετά από 13 μήνες παραμονής στο «τιμόνι» του Κόμματος και της χώρας, έφερε την κομματική ηγεσία μπροστά σε μια κατάσταση «ή τώρα ή ποτέ». Ήδη στο διάστημα παραμονής του Τσερνιένκο στην ηγεσία δεν είχε συμβεί τίποτε, επί της ουσίας, που να άλλαζε την πρότερη κατάσταση και ήδη είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος. Την επομένη, κιόλας, του θανάτου του Τσερνιένκο, με τη γνωστή, πλέον, διαδικασία (έκτακτη Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής) εκλέγεται Γενικός Γραμματέας του Κόμματος ο 54χρονος, τότε, Μιχαήλ Σεργκέγεβιτς Γκορμπατσόβ, μέχρι τούδε Γραμματέας της Περιφερειακής κομματικής οργάνωσης της Σταυρούπολης (νότια Ρωσία).

Ο Γκορμπατσόβ, όπως και ο μετέπειτα πρωθυπουργός Νικολάι Ριζκόβ, ήταν μέλος της ομάδας υπό τον Γιούρι Αντρόποβ που είχε αναλάβει τη σύνταξη ενός σχεδίου ριζικών μεταρρυθμίσεων για την ανάκαμψη της σοβιετικής οικονομίας. Το πρώτο σύνθημα, που σήμαινε και την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, ήταν η «επιτάχυνση» (ускорение / ουσκορένιε), που μεταφραζόταν σε εντατικοποίηση της παραγωγής και αύξηση της παραγωγικότητας, με στόχο τη διάθεση στους πολίτες περισσότερων και ποιοτικά καλύτερων προϊόντων. Ένα χρόνο αργότερα θα εμφανιστούν ως όροι η γνωστή μας «περεστρόικα» (пере-стройка = ανοικοδόμηση, αναδιάρθρωση), που αφορούσε κυρίως στις δομικές αλλαγές στον τομέα της οικονομίας και η «γκλάσνοστ» (гласность = διαφάνεια), που αναφερόταν στην ανάγκη διαφάνειας στη δημόσια ζωή και στην εμβάθυνση των δημοκρατικών διαδικασιών. Ο Γκορμπατσόβ μίλησε για «οικονομία της αγοράς» εννοώντας, επί της ουσίας, ένα σύστημα μικτής οικονομίας κοντά στο θεωρητικό μοντέλο της τότε ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, με ισχυρό δημόσιο χαρακτήρα στους νευραλγικούς τομείς της οικονομίας, αλλά και παράλληλη εμφάνισης της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας.

Σε επίπεδο διεθνούς πολιτικής, ο Γκορμπατσόβ θεωρούσε ότι η χώρα του θα έπρεπε να συμβάλει στον περιορισμό των πυρηνικών όπλων και τη μείωση των στρατιωτικών δαπανών. Σε αυτή την κατεύθυνση έλαβε την απόφαση για απόσυρση των δυνάμεων του Σοβιετικού Στρατού από το Αφγανιστάν, 10 χρόνια μετά την είσοδό τους εκεί (1979 – 1989), ενώ το 1988 υπέγραψε μαζί με τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν στο Ρέικιαβικ της Ισλανδίας την ομώνυμη Συμφωνία για περιορισμό των πυρηνικών όπλων μέσου βεληνεκούς (συμφωνία που αρνήθηκε μονομερώς να ανανεώσει η πλευρά των ΗΠΑ πριν από περίπου 1 χρόνο, επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ).

Ωστόσο η θεωρητική και η πρακτική πλευρά των πραγμάτων πολλές φορές έχουν τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά. Όπως και οι καλές προθέσεις συνήθως δεν αρκούν για να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πολλές από τις ιδέες του Γκορμπατσόβ και των συνεργατών του ήταν όντως σε θετική κατεύθυνση και, πιθανότατα, απαραίτητες για την αναστροφή της ύφεσης στη σοβιετική οικονομία. Ωστόσο ο τρόπος που ο ίδιος διαχειρίστηκε τις περισσότερες καταστάσεις κατά την εξαετή (1985 – 1991) παραμονή του στην ηγεσία της χώρας, είτε ως Γενικός Γραμματέας του Κόμματος, είτε ως Πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ (για ένα σημαντικό διάστημα κατείχε ταυτόχρονα και τα δύο αξιώματα) είτε, τέλος, ως Πρόεδρος (πρώτος και τελευταίος, όπως έχουμε ήδη πει) της ΕΣΣΔ, έφερναν, σε αρκετές περιπτώσεις, τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:

- Η απόφασή του (με παρότρυνση του τότε ομοϊδεάτη του και άμεσου συνεργάτη Γεγκόρ Λιγκατσόβ) για την περίφημη «αντιαλκοολική εκστρατεία» οδήγησε τελικά στην αύξηση κατά 45% της τιμής των αλκοολούχων ποτών, στην έξαρση (τριπλασιασμό) της παραγωγής παράνομων αλκοολούχων ποτών, στην εξαφάνιση της ζάχαρης (πρώτης ύλης για την παραγωγή φτηνού παράνομου αλκοόλ) από τα καταστήματα τροφίμων, στην καταστροφή σημαντικού τμήματος του παραγωγικού ιστού της αγροτικής οικονομίας (κυρίως αμπέλια και σιτοβολώνες) και, τελικά, στην απόσυρση του μέτρου ως παντελώς αποτυχημένου, 2 περίπου χρόνια μετά την έναρξη εφαρμογής του.

- Η ψήφιση του νόμου περί «ατομικής οικονομικής δραστηριότητας», ταυτόχρονα με την εισαγωγή των όρων για αυτοχρηματοδότηση και αυτοσυντήρηση των κρατικών επιχειρήσεων, αντί ν’ ανοίξει τον δρόμο για τη δημιουργία μικρών και μεσαίων ατομικών / οικογενειακών επιχειρήσεων κυρίως στη σφαίρα της παροχής υπηρεσιών, οδήγησε τελικά στην οικονομική καταστροφή τις δημόσιες επιχειρήσεις και στην ιδιωτικοποίησή τους τα επόμενα χρόνια (όταν πλέον Πρόεδρος της Ρωσίας ήταν ο Μπορίς Γέλτσιν) και στην παλινόρθωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, περίπου 7 δεκαετίες μετά την κατάργησή τους στη Ρωσία με την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917.

- Η προσπάθειά του για αναμόρφωση της εσωτερικής δομής του ΚΚΣΕ αντί να συμβάλει στην εξυγίανση του κομματικού μηχανισμού, οδήγησε τελικά στη δημιουργία κομματικών «καπετανάτων» («φραξιών», στην κομματική γλώσσα), που είχαν μεταξύ τους τεράστιες διαφορές αντιλήψεων και διαγκωνίζονταν, επί της ουσίας, για την επικράτηση εντός του κομματικού μηχανισμού, αντί να ασχολούνται με τα προβλήματα του λαού και της οικονομίας της χώρας. Επίσης, η παντελής αγνόηση των φυγόκεντρων τάσεων που άρχισαν να δημιουργούνται στις ηγεσίες των τοπικών Κομμουνιστικών Κομμάτων των Ενωσιακών Δημοκρατιών (που ήταν ο προάγγελος της μετέπειτα διάλυσης της ΕΣΣΔ), καθώς και των εθνικιστικών κινημάτων που άρχισαν να φουντώνουν κατά τόπους (όχι χωρίς την «αμέριστη συμπαράσταση» της Δύσης), τον οδήγησε συχνά όχι στην αναζήτηση λύσεων μέσω του διαλόγου, αλλά στη σκληρή καταστολή, με νεκρούς και τραυματίες (βλ. γεγονότα στο Μπα-κού, την Άλμα-Ατά και τη Ρίγα, την εμφάνιση του ανοιχτά εθνικιστικού «Ρουχ» στην Ουκρανία κοκ).

- Η επιθυμία του για «επανανάγνωση» της Ιστορίας, μακριά, κατά την προσωπική του αντίληψη, από τα «κομματικά δόγματα», τον οδήγησε σε άστοχες και ατεκμηρίωτες παραδοχές με αναγωγή στον ιστορικό αναθεωρητισμό, όπως αυτή της δήθεν ευθύνης του Κόκκινου Στρατού για τη σφαγή 21 χιλιάδων Πολωνών στρατιωτικών στο Κατίν (Περιφέρεια Σμολένσκ, τότε Λευκορωσική ΣΣΔ, σήμερα Ρωσική Ομοσπονδία) το 1940. Θα πρέπει, ωστόσο, εδώ να τονίσουμε, ότι η επίσημη θέση του κράτους της Ρωσικής Ομοσπονδίας (παρά τη φανερή αντιπάθεια που τρέφει εναντίον του προσώπου του Γκορμπατσόβ) παραμένει η ίδια και μάλιστα με επίσημη απόφαση της (πλειοψηφίας της) Ανώτατης Κρατικής Δούμας από το 2010. Η δε προσπάθεια να φωτιστούν τα όποια εγκλήματα κατά του Σοβιετικού λαού κατά την περίοδο της ηγεσίας του Ιωσίφ Στάλιν (1923 – 1953) οδήγησαν πολλές φορές σε διαστρεβλώσεις «από την ανάποδη» ή σε διαγραφή ακόμη και των σημαντικών επιτευγμάτων της ίδιας εποχής στην οικονομία και στην ανοικοδόμηση της χώρας μετά την τραγωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

- Η επιλογή του Μπορίς Γέλτσιν το 1985 για τη θέση του Α’ Γραμματέα για την Περιφερειακή Κομματική Οργάνωση της Μόσχας, παρά τη δεδομένη αντίρρηση του Πρωθυπουργού Νικολάι Ριζκόβ, του δημιούργησε, εκ του μη όντος, έναν ανταγωνιστή και πολιτικό αντίπαλο, ο οποίος τελικά τον εξοβέλισε από την εξουσία μερικά χρόνια αργότερα, συμβάλλοντας στο μεταξύ στη διάλυση της μεγάλης χώρας με το όνομα ΕΣΣΔ.

- Η επιθυμία του για μείωση των αμυντικών δαπανών, οι οποίες μέχρι τότε καταλάμβαναν το 25% του κρατικού προϋπολογισμού, τον οδήγησαν σε παράλογες αποφάσεις, όπως η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας (η οποία αποτέλεσε και τον προάγγελο της διάλυσης του σοσιαλιστικού μπλοκ εν γένει και το πέρασμα όλων των χωρών-μελών του υπό την πολιτική και ιδεολογική επήρεια της Δύσης. Επίσης, η «αβρόχοις ποσί» παράδοση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ) υπό το πρόσχημα της «επανένωσης» των δύο γερμανικών κρατών, χωρίς καν να ρωτηθεί η πολιτική ηγεσία αυτής της χώρας, οδήγησε σε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές παρενέργειες, οι οποίες είναι ακόμη ορατές στον «ενοποιημένο», πλέον, γερμανικό δημόσιο βίο.

- Μερικά ενδεικτικά στοιχεία από τα οικονομικά «κατορθώματα» της εξαετίας Γκορμπατσόβ στον τομέα της οικονομίας:

1) Τα αποθέματα χρυσού της χώρας από το 2500 τόννοι το 1985 μειώθηκαν σε μόλις 240 τόνους το 1991,

2) Το εξωτερικό χρέος της ΕΣΣΔ υπερδιπλασιάστηκε, από 31,3 δισεκ. δολάρια ΗΠΑ το 1985 σε 70,3 δισεκ. δολάρια ΗΠΑ το 1991,

3) Ο επίσημος ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της ΕΣΣΔ από το +2,3% το 1985 έπεσε στο -11% το 1991,

4) Η επίσημη ισοτιμία του δολαρίου έναντι του ρουβλιού από 0,64 προς 1 το 1985 έφτασε στο 90 προς 1 το 1991, δημιουργώντας συνθήκες υπερπληθωρισμού και πλήρους απαξίας του εθνικού νομίσματος.

- Σε ό,τι αφορά, τέλος, τη ύπαρξη αυτή καθαυτή της ΕΣΣΔ, ο Γκορμπατσόβ φαίνεται ότι επιθυμούσε τη διατήρησή της, ωστόσο ήταν φανερό ότι δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά και να αντιστρέψει τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της χώρας και κυρίως τον διαβρωτικό και διαλυτικό ρόλο που έπαιζε ήδη ο Μπορίς Γέλτσιν, ο οποίος έχοντας κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 1987 στη Ρωσική Σοβιετική Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία είχε αναδειχθεί σε αντίπαλο πολιτικό πόλο, με σαφώς δεξιά, νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική πολιτική και ιδεολογική ατζέντα, και πλασαριζόταν ως ο «ηγέτης της δημοκρατίας και της ελευθερίας». Ο ύπουλος ρόλος του Γέλτσιν και η πιθανή του σχέση με ξένες μυστικές υπηρεσίες είναι ακόμη προϊόν προς διερεύνηση, ωστόσο ο ρόλος του ως «ο άνθρωπος που διέλυσε την ΕΣΣΔ» είναι αναμφισβήτητος από εχθρούς και φίλους.


Μιχαήλ Γκορμπατσόβ (1931 - ): Ασφαλώς το κυριότερο πρόσωπο των γεγονότων, είτε με την παρουσία του, είτε (όπως έγινε το συγκεκριμένο τριήμερο) με την απουσία του. Ο 90χρονος, σήμερα, πρώτος και τελευταίας Πρόεδρος της ΕΣΣΔ, είναι ο μοναδικός, πλέον, επιζών από τους βασικούς πρωταγωνιστές και ένας από τους λίγους, συνολικά. Όπως είχαμε επισημάνει και στο 2ο μέρος του αφιερώματος΄(δείτε: εδώ), ο Γκορμπατσόβ δεν επιθυμούσε τη διάλυση της ΕΣΣΔ και είχε στο μυαλό του ένα σχέδιο «διάσωσης» και μετεξέλιξής της σε ένα είδος συνομοσπονδίας, υπό την ονομασία «Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών». Ωστόσο στην πορεία αυτή διέπραξε σημαντικά λάθη, με κυριότερο την υπογραφή Διατάγματος που έδινε πλήρη ανεξαρτησία στις τρεις Ενωσιακές Δημοκρατίες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία). Μετά από διεξαγωγή Δημοψηφίσματος τον Φεβρουάριο του 1991, όπου το 71% των ψηφισάντων πολιτών είχε ταχθεί υπέρ της διατήρησης της ΕΣΣΔ, ο Γκορμπατσόβ είχε στα χέρια του ένα «υπερόπλο», τη λαϊκή βούληση, την οποία όμως αχρήστευσε με την ατολμία του και την έλλειψη αποφασιστικότητας στην αντιμετώπιση των πολιτικών του αντιπάλων. Τη Συμφωνία για τη «νέα ΕΣΣΔ» είχαν μονογράψει στο Μινσκ οι ηγέτες των 11 από τις 15 Ενωσιακές Δημοκρατίες (απουσίαζαν, φυσικά, οι τρεις της Βαλτικής και η Γεωργία, η οποία όμως ήταν δυνατό να μεταπειστεί και να προστεθεί αργότερα). Κι ενώ το νέο ραντεβού για την πλήρη ενεργοποίηση της Συμφωνίας είχε κλειστεί για τις 21 Αυγούστου στη Μόσχα, ο Γκορμπατσόβ επέλεξε λίγες μέρες νωρίτερα (και όχι αμέσως μετά, που θα ήταν το απολύτως φυσιολογικό) να απομακρυνθεί από την έδρα του και να πάει στην Κριμαία για ολιγοήμερες διακοπές. Το τι έγινε ακολούθως, το διηγηθήκαμε με αρκετές λεπτομέρειες στο 1ο μέρος του αφιερώματος.

Μιλώντας για τους πολιτικούς αντιπάλους του Γκορμπατσόβ, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι προέρχονταν από, φαινομενικά τουλάχιστον, διαμετρικά αντίθετες πολιτικές αφετηρίες και στοχεύσεις. Από τη μία πλευρά είχαμε τους, ας τους πούμε έτσι, «παλαιοκομματικούς» του ΚΚΣΕ, δηλαδή πολιτικά στελέχη που δεν έβλεπαν με καλό μάτι κανενός είδους αλλαγή (ακόμη και τις απολύτως αναγκαίες για την επιβίωση του κράτους και του συστήματος). Μέρος αυτών των στελεχών ήταν και οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος της 19ης Αυγούστου 1991. Από την άλλη είχαμε το στρατόπεδο των νεόκοπων οπαδών της «δημοκρατίας», της «ελευθερίας» και των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», επικεφαλής του οποίου είχε τεθεί de facto ο Μπορίς Γέλτσιν. Αδυνατώντας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά και τις δύο πλευρές και έχοντας στο πλευρό του, επί της ουσίας, ελάχιστους συνεργάτες εμπιστοσύνης, ο Γκορμπατσόβ είχε τη φυσιολογική, σε αυτές τις περιπτώσεις, κατάληξη ως πολιτικός ηγέτης: την απομόνωση και, τελικά, την έξοδο από το πολιτικό παιχνίδι.

Μπορίς Γέλτσιν (1931 – 2007): Ο κατά 1 μήνα και 1 μέρα μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Γκορμπατσόβ (1 Φεβρουαρίου έναντι 2 Μαρτίου) Μπορίς Γέλτσιν, είχε ξεκινήσει την κομματική του καριέρα ως ένας… «υπερορθόδοξος λενινιστής» (!!!) στη γενέτειρά του, το Σβερντλόβσκ (σήμερα Εκατερινμπούργκ) της περιοχής των Ουραλίων, διατελώντας επί 9 συναπτά έτη (1976-1985) Α’ Γραμματέας της Περιφερειακής Κομματικής Οργάνωσης της περιοχής. Δια χειρός του ίδιου του Γκορμπατσόβ «αναβαθμίστηκε σε Α’ Γραμματέα της Κομματικής Οργάνωσης της Μόσχας και τελικά εξελίχθηκε στον βασικότερο πολιτικό του αντίπαλο και σε αυτόν που του «πριόνισε» την καρέκλα, ώστε να γίνει ο ίδιος «χαλίφης στη θέση του χαλίφη». Απαλλαγμένος από το 1987 από κάθε κομματική ιδιότητα στο ΚΚΣΕ ο Γέλτσιν έπαιζε, πλέον, το δικό του πολιτικό παιχνίδι, το οποίο είχε, κατά τα φαινόμενα και την αμέριστη συμπαράσταση της «συλλογικής Δύσης», η οποία έβλεπε στο πρόσωπό του τον ιδανικό «καταλύτη» για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, μετά την ήδη πραγματοποιηθείσα (επί Γκορμπατσόβ) διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ο Γέλτσιν χρησιμοποίησε το χαρτί «Ρωσία», έναντι της ΕΣΣΔ, έχοντας ως δεδομένο ότι η Ρωσική Σοβιετική Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία (ΡΣΟΣΔ) κατείχε το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης, του πληθυσμού και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της ΕΣΣΔ. Με δεδομένο ότι ο Γκορμπατσόβ, παρά τις όποιες αδυναμίες του ως ηγέτης, δεν θα εγκατέλειπε εύκολα τον προεδρικό θώκο, ο Γέλτσιν ανέπτυξε παράλληλες προς το κεντρικό κράτος δομές στα όρια της ΡΣΟΣΔ, οι οποίες λειτουργούσαν σε διαμετρικά αντίθετη πολιτική κατεύθυνση από αυτή των αντίστοιχων σοβιετικών (κυβέρνηση, κοινοβούλιο κοκ).

Η κίνηση των «παλαιοκομματικών» στελεχών του ΚΚΣΕ που εκφράστηκε δια του πραξικοπήματος της 19ης Αυγούστου λειτούργησε ως καταλύτης στο να πάρει ο Γέλτσιν στα χέρια του την πρωτοβουλία των κινήσεων και να αναδειχθεί, στα μάτια πολλών Σοβιετικών πολιτών, σε «λαϊκό» ηγέτη. Οι περίφημες εικόνες με τον Γέλτσιν να εκφωνεί λόγο προς τους πολίτες της Μόσχας ανεβασμένος πάνω σε ένα τανκ επικοινώνησαν με τον πλέον άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο αυτήν την εικόνα. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο Γκορμπατσόβ παραιτήθηκε, η ΕΣΣΔ διαλύθηκε (με τον Γέλτσιν να παίζει τον σημαντικότερο ρόλο σε αυτό, με την περίφημη «Συμφωνία της Μπιελοβιέζα», στην οποία αναφερθήκαμε στο 2ο μέρος του αφιερώματος) και παρέμεινε Πρόεδρος της νεότευκτης, πλέον, Ρωσικής Ομοσπονδίας. Στα 8 χρόνια της Προεδρίας του (10/07/1991 – 31/12/1999), ακολουθώντας μια ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική ιδιωτικοποίησης (επί της ουσίας: εκποίησης) του δημόσιου πλούτου, επέτρεψε τη δημιουργία μιας νέας μεγαλοαστικής πλουτοκρατικής τάξης, προερχόμενης κυρίως από το χώρο του κοινού ποινικού εγκλήματος και κατάργησε σχεδόν κάθε κοινωνική παροχή που προερχόταν (και θύμιζε κάτι) από το σοβιετικό παρελθόν. Οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες από την 8ετία Γέλτσιν (γνωστή και ως «τα άγρια 90ς» – «лихие 90-е» στα Ρωσικά) ήταν τεράστιες και αρνητικές και αποτέλεσαν ένα μεγάλο πισωγύρισμα για τη χώρα, η οποία κατάφερε να τις ξεπεράσει πολύ αργότερα, με την επανακρατικοποίηση των περισσότερων νευραλγικής σημασίας επιχειρήσεων και την επιστροφή σημαντικού μέρος των κοινωνικών παροχών που ίσχυαν επί ΕΣΣΔ. Επίσης η Ρωσία, ως διεθνής παράγοντας, έχασε το μεγαλύτερο μέρος από το κύρος που έφερε όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ, αφού στο διάστημα αυτό το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση επεκτάθηκαν προς ανατολάς και έφεραν όλες τις παλιές συμμάχους της ΕΣΣΔ στο στρατόπεδο της Δύσης, με τον Γέλτσιν να παρακολουθεί… αμέριμνος τα τεκταινόμενα. Για να ακριβολογούμε, δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να διατηρήσει τα όποια «ζωτικά συμφέροντα» της παλιάς ΕΣΣΔ για λογαριασμό της Ρωσίας, αφού θεωρούσε τη χώρα του μέρος του δυτικού κόσμου και όχι αυτόνομο γεωπολιτικό παράγοντα…

Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε (μεταξύ άλλων λόγω και της κατάχρησης αλκοόλ) και η αδυναμία του να ασκήσει, πλέον, τα καθήκοντά του, τον οδήγησαν σχεδόν αναγκαστικά στην επιλογή διαδόχου. Ο «εκλεκτός» του Γέλτσιν άκουγε στο όνομα Βλαντίμιρ Πούτιν, τον οποίο όρισε αρχικά ως Πρωθυπουργό. Η επιδείνωση της υγείας του Γέλτσιν και η αναγκαστική του παραίτηση, έφεραν τον Πούτιν αρχικά σε θέση εκτελούντος χρέη Προέδρου της χώρας και, στη συνέχεια, εκλεγμένου Προέδρου (2000). Η συνέχεια είναι, σαφώς, περισσότερο γνωστή και δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος αφιερώματος.

Μέλη Γκε-Κα-Τσε-Πε (ΚΕΕΚ): Τα 8 μέλη της «ομάδας πρωτοβουλίας» για τη διεξαγωγή του πραξικοπήματος ανήκαν στην παλαιότερη γενιά κομματικών στελεχών του ΚΚΣΕ, που επιθυμούσε (θεωρητικά, τουλάχιστον) τη διατήρηση του παλαιού status quo στον τρόπο διοίκησης του κράτους και της καθοδήγησης του Κόμματος. Ωστόσο όλοι τους κατείχαν υψηλότατα κυβερνητικά και κομματικά πόστα, συμμετέχοντας στη λήψη αποφάσεων καθ’ όλη την 6ετή παραμονή του Μιχαήλ Γκορμπατσόβ στην ηγεσία του Κόμματος και της χώρας, συνεπώς δεν ήταν άμοιροι ευθυνών για την πορεία που είχε αρχίσει να λαμβάνει η χώρα στο διάστημα αυτό. Το κατά πόσο «αγνές» ήταν οι προθέσεις τους στο να διατηρη-θούν η ΕΣΣΔ και το πολιτικό και οικονομικό της σύστημα είναι, αν μη τι άλλο, προς έλεγχο… Η διεξαγωγή ενός πολιτικού και στρατιωτικού πραξικοπήματος, ειδικά τη δεδομένη στιγμή, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι είχε αγνά ελατήρια, στην πράξη λειτούργησε ως «καταλύτης» προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή την επιτάχυνση της διάλυσης της ΕΣΣΔ και της παλινόρθωσης του καπιταλισμού.

Σοβαρές υπόνοιες για την «αγνότητα» των προθέσεων της συγκεκριμένης ομάδας (ή, τουλάχιστον, κάποιων από τα μέλη της) αποτελεί και κάτι ακόμη: ενώ είχαν σχεδιαστεί με αρκετές λεπτομέρειες οι ενέργειες που θα καθήλωναν τον Μιχαήλ Γκορμπατσόβ στην Κριμαία και θα τον καθιστούσαν πολιτικά ανενεργό, δεν έγινε το ίδιο και με τον Μπορίς Γέλτσιν, παρόλο που, θεωρητικά και πρακτικά, αποτελούσε τον μεγαλύτερο εχθρό για την συνέχιση της ύπαρξης του σοβιετικού κράτους. Ουδέποτε εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του Γέλτσιν και των στενών συνεργατών του, κάτι που του έδωσε όλη την άνεση κινήσεων και, τελικά, την ανάληψη της πρωτοβουλίας στη δεδομένη κατάσταση. Αυτό που δεν έκαναν τα μέλη της ΚΕΕΚ εναντίον του Γέλτσιν, το έκανε ο Γέλτσιν προς αυτούς: με το διαφαινόμενο φιάσκο του πραξικοπήματος στην αλλαγή της ημέρας (21 προς 22 Αυγούστου 1991), ο Γέλτσιν διέταξε προσωπικά τη σύλληψη των μελών της ΚΕΕΚ, η οποία ολοκληρώθηκε μέσα σε 1, μόλις, μέρα! Το μόνο μέλος της 8άδας που δεν συνελήφθη ποτέ, ήταν ο Υπουργός Εσωτερικών Μπορίς Πούγκο: την ώρα που πήγαν να τον συλλάβουν, αυτοκτόνησε στο κρεβάτι του μαζί με τη σύζυγό του…

Οι υπόλοιποι 7 της «ομάδας πρωτοβουλίας» δικάστηκαν, μεν, από τη ρωσική δικαιοσύνη, όμως τους επιβλήθηκαν ποινές-«χάδια», ολιγοετούς φυλάκισης και μετατρέψιμες σε κατ’ οίκον περιορισμό. Τελικά με απόφαση της Ανώτατης Δούμας της Ρωσίας στις 23/02/1994 και μετά από παραίνεση του ίδιου του Γέλτσιν, χορηγήθηκε αμνηστία σε όλα τα μέλη της ΚΕΕΚ και σε όσους του στήριξαν εκείνο το τριήμερο του Αυγούστου του 1991. Καθόλου άσχημα για ανθρώπους που πραγματοποίησαν, στην πραγματικότητα, κίνημα «επί εσχάτη προδοσία» κατά της πατρίδας τους…

Ο Γκενάντι Γιανάεβ (1937-2010), Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ουσιαστικός επικε-φαλής της ομάδας, μετά την απελευθέρωσή του ασχολήθηκε με το Ταμείο Απομάχων Δημοσίων Υπαλλήλων και με θέματα των παιδιών με εκ γενετής αναπηρίες. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν επικεφαλής της έδρας Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στη Ρωσική Διεθνή Ακαδημία Τουρισμού. Πέθανε σε ηλικία 73 ετών από καλπάζουσα μορφή καρκίνου των πνευμόνων.

Ο Ολέγκ Μπακλάνοβ (1932-2021), Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΣΕ και μέλος του Συμβουλίου Άμυνας της ΕΣΣΔ, ήταν (εκτός από κρατικός λειτουργός και ανώτατο κομματικό στέλεχος) ένας από τους σημαντικότερους Σοβιετικούς επιστήμονες στον τομέα της εφαρμοσμένης τεχνολογίας. Μετά την αποφυλάκισή του εργάστηκε κυρίως ως σύμβουλος σε διάφορες κρατικές επιχειρήσεις της Ρωσίας, μεταξύ άλλων και της «RKK Energia», που ειδικεύεται στην κατασκευή εξαρτημάτων για τα διαστημικά προγράμματα της Ρωσίας. Πολιτι-κά ακολούθησε όχι το ιδρυθέν το 1992 ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας, αλλά το Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας (ΚΕΚΡ), συμμετέχοντας για χρόνια στην ηγετική του ομάδα. Ήταν το τελευταίο εν ζωή μέλος της ΚΕΕΚ, μέχρι τον πρόσφατο θάνατό του, στις 28/07/2021 σε ηλικία 89 ετών.

Ο Βλαντίμιρ Κριουτσκόβ (1924-2007), επικεφαλής της KGB και μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ, μετά την αμνήστευσή του εργάστηκε σε εταιρεία που είχε ιδρύσει ο θεατρικός σκηνοθέτης, πολιτικός επιστήμονας και πολιτικός Σεργκέι Κουργκινιάν, ενώ για ένα διάστημα διετέλεσε και σύμβουλος του Βλαντίμιρ Πούτιν (!!!), την περίοδο που εκείνος ήταν ακόμη επικεφαλής της FSB (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλειας, διάδοχος της KGB μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ). Πέθανε σε ηλικία 83 ετών από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Ο Βαλεντίν Πάβλοβ (1937-2003), Πρωθυπουργός της ΕΣΣΔ, ως προερχόμενος από τον χώρο του τραπεζικού συστήματος εργάστηκε, μετά την απελευθέρωσή του, κυρίως ως σύμβουλος σε τράπεζες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Πέθανε σε ηλικία 66 ετών από εκτεταμένο εγκεφαλικό επεισόδιο.

Ο Βασίλι Σταροντούμπτσεβ (1931-2011), μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ και της Αγροτικής Έ-νωσης της ΕΣΣΔ, ήταν επιστήμονας ειδικός στον τομέα της αγροτικής οικονομίας, με πάνω από 50 εργασίες στον τομέα αυτό. Μετά την αποφυλάκισή του εργάστηκε πάνω στην επιστημονική του ειδικότητα και ασχολήθηκε με την πολιτική, προσχωρώντας στο ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας. Επί 8 )1997-2005) χρόνια ήταν εκλεγμένος κυβερνήτης της Περιφέρειας της Τούλας, ενώ από το 2007 έως το θάνατό του ήταν εκλεγμένος βουλευτής της Ανώτατης Δούμας της Ρωσίας με το ψηφοδέλτιο του ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας. Πέθανε σε ηλικία 80 ετών από καρδιακή προσβολή.

Ο Αλεξάντρ Τιζιακόβ (1926-2019), Πρόεδρος της Ένωσης Κρατικών Επιχειρήσεων, Βιο-μηχανικών Εγκαταστάσεων, Κατασκευών και Μεταφορών και Επικοινωνιών της ΕΣΣΔ, μετά την αποφυλάκισή του ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις, ιδρύοντας μεταξύ άλλων εταιρεία μηχανοκατασκευών, εταιρεία παραγωγής προϊόντων ευρείας κατανάλωσης και ασφαλιστικής εταιρείας. Ήταν μέλος του ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας και εκλεγόταν επί σειρά ετών στην Περιφερειακή Βουλή του Σβερντλόβσκ (Εκατερινμπούργκ). Πέθανε σε ηλικία 93 ετών από φυσικά αίτια και ετάφη στην ιδιαίτερη πατρίδα του.

Ο Ντμίτρι Γιάζοβ (1924-2020), Υπουργός Άμυνας μέχρι την καταστολή του πραξικοπήματος και ουσιαστικός συν-καθοδηγητής του μαζί με τον Γκενάντι Γιανάεβ, μετά την απελευθέρωσή του εργάστηκε για αρκετά χρόνια ως σύμβουλος της Γενικής Διεύθυνσης Διεθνούς Στρατιωτικής Συνεργασίας του Υπουργείου Άμυνας της Ρωσίας, αλλά του επικεφαλής των Στρατιωτικών Ακαδημιών του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσίας. Ήταν επικεφαλής διαφόρων κοινωνικών οργανώσεων της Ρωσίας, κυρίως σχετιζόμενων με θέματα Ενόπλων Δυνάμεων. Διατήρησε εφ’ όρου ζωής το βαθμό του Στρατάρχη της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Πέθανε το 2020 σε ηλικία 96 ετών μετά από μακρόχρονη και βαριά ασθένεια.

Επίλογος

Η προσπάθεια του γράφοντος σε αυτό το αρκετά εκτεταμένο πόνημα, ήταν να δώσει μια πιο λεπτομερή «χαρτογράφηση» των γεγονότων που, επί της ουσίας, άλλαξαν ριζικά την εικόνα του κόσμου μας τα τελευταία 30 χρόνια και εξακολουθούν να ρίχνουν τη «σκιά» τους και στην τρέχουσα πραγματικότητα. Είναι δεδομένο ότι στο κείμενο υπάρχουν και κάποιες ελλείψεις, υπαγορευμένες κυρίως από την ανάγκη περιορισμού του μεγέθους του τελικού κειμένου. Προφανώς και διαμέσου το κειμένου εκτός από την εξιστόρηση των γεγονότων διαφαίνεται και η άποψη του γράφοντος γι’ αυτά. Στόχος μου ήταν να διατηρήσω μια σχετική ισορροπία ανάμεσα στην αντικειμενική εξιστόρηση και την υποκειμενική αξιολόγηση των γεγονότων. Το εάν αυτό έγινε κατορθωτό, επαφίεται στη δική σας εκτίμηση.

19 Αυγούστου 2021 / Πηγή : sioualtec.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου