Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Πέφτει κατηγορία η Deutsche Bank

Γράφει ο Λεωνίδας Βατικιώτης

Οι ανακοινώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Deutsche Bank την Κυριακή 7 Ιουλίου ισοδυναμούσαν με μια οριστική και αμετάκλητη αλλαγή κατηγορίας στην δεύτερη αν όχι χαμηλότερη ταχύτητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος για την αγαπημένη τράπεζα του Αδόλφου Χίτλερ. Παρόλα αυτά κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την Deutsche Bank, που διαδραμάτισε έναν ξεχωριστό ρόλο στην υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των μνημονίων πριν δέκα χρόνια, ότι για να καταφέρει να ενταχθεί στην πρώτη εθνική του χρηματοπιστωτικού συστήματος και να μπορεί να στέκεται δίπλα δίπλα με την Goldman Sachs, δεν ενεπλάκη σε κάθε είδους απάτη που στήθηκε τα προηγούμενα χρόνια.

Ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Για να μείνουμε μόνο στην εποχή που ξεκίνησε με την χρηματοοικονομική κρίση, ο κατάλογος περιλαμβάνει την πώληση τοξικών ομολόγων μεταξύ 2005 και 2007 σε επενδυτές που αγνοούσαν τη σύνθεσή τους (υπόθεση για την οποία η γερμανική τράπεζα κατέβαλε κατόπιν συμβιβασμού πρόστιμο ύψους 7,2 δισ. δολ.) την χειραγώγηση του επιτοκίου Libor (για την οποία τιμωρήθηκε με πρόστιμο ύψους 2,5 δισ. δολ.), ξέπλυμα χρήματος ρώσων ολιγαρχών (υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε με πρόστιμο 630 εκ. δολ. από τις αμερικανικές και βρετανικές εποπτικές αρχές), παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων σε Ιράν, Συρία, Λιβύη και Σουδάν (ορμώμενη φυσικά όχι από κάποια αντιιμπεριαλιστικά κίνητρα, αλλά από υψηλές προμήθειες), μέχρι κι ότι κατασκόπευε εν δυνάμει επικριτές της, στους οποίους συμπεριλαμβανόταν κι ένας δημοσιογράφος! Η έφεσή της στον κίνδυνο αποδεικνύεται επίσης κι από τα δάνεια που χορηγούσε τον Ντόναλντ Τραμπ μια εποχή που καμία αμερικανική τράπεζα δεν του δάνειζε ούτε σεντς…

Η προθυμία της Deutsche Bank να συμμετέχει σε κάθε είδους οικονομικό σκάνδαλο που θεωρητικά ανοίγει διάπλατες τις πόρτες για την κορυφή δεν κατάφερε ωστόσο να εγγυηθεί τη γερμανική παρουσία στην κορυφή του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού τομέα. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης που εξήγγειλε ο Κρίστιαν Σιούινγκ περιλαμβάνει την κατάργηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που έχουν την έδρα τους στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο και τη συρρίκνωση της επενδυτικής τραπεζικής με αποτέλεσμα την περικοπή 18.000 θέσεων εργασίας μέχρι το 2022, που σημαίνει πώς το προσωπικό της θα μειωθεί στα 74.000 άτομα, από 91.500 που εργάζονται σήμερα. Το οικονομικό κόστος της αναδιάρθρωσης θα ανέλθει σε 7,4 δισ. ευρώ, η τράπεζα δεν πρόκειται να διανείμει μέρισμα τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ μόνο το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους οι απώλειες από την εφαρμογή του σχεδίου θα ανέλθουν σε 2,8 δισ. ευρώ.

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν καταστρώθηκε σε κενό αέρα, ούτε αποτελεί επιθετική κίνηση. Αποτέλεσε την (καθυστερημένη για πολλούς) αντίδραση της τράπεζας απέναντι τόσο στην κατακρήμνιση της μετοχής της που έχει χάσει το 95% της αξίας της από το ανώτατο σημείο που είχε φτάσει το 2007, όσο και στην απώλεια πολλών πελατών που έπαψαν να εμπιστεύονται την τράπεζα σε ό,τι αφορά τη διαχείριση επενδυτικών χαρτοφυλακίων. Πριν δηλαδή αποσυρθεί επισήμως και τυπικά η Deutsche Bank από την επενδυτική, είχαν αποσυρθεί οι επενδυτές από την Deutsche Bank… Τα σχέδια επομένως της Deutsche Bank, όσο κι αν ενδύθηκαν με μεγαλοστομίες για στήριξη των διεθνών σχεδίων των γερμανικών επιχειρήσεων, απλώς προσπαθούν να περιορίσουν τη ζημιά.

Τα σχέδια αναδιάρθρωσης έρχονται επίσης όταν το «νούμερο ένα» σε προτεραιότητα σχέδιο αποτυγχάνει για πολλοστή φορά. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τη συγχώνευση της Deutsche Bank με την Commerzbank έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένας εθνικός πρωταθλητής που θα επιβάλλει την κυριαρχία του στην Ευρώπη και θα μπορεί να ανταγωνιστεί επάξια τους αμερικανικούς κολοσσούς. Οι εντατικές διαπραγματεύσεις που διήρκεσαν έξι εβδομάδες, υπό την επίνευση μάλιστα του γερμανού υπουργού Οικονομικών Όλαφ Σολτς που κατ’ επανάληψη εξέφρασε τη συμφωνία του Βερολίνου στο υπό συζήτηση σχέδιο, έληξαν στις 25 Απριλίου με μια λιτή ανακοίνωση που επαναλάμβανε ό,τι λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις: ότι οι κίνδυνοι είναι πολύ μεγαλύτεροι από τα σίγουρα, αναμενόμενα οφέλη. Το συνοικέσιο είχε συγκεντρώσει την κριτική των γερμανικών συνδικάτων εξ αιτίας των περικοπών πιθανότατα ακόμη και 30.000 θέσεων εργασίας από ένα συνολικό προσωπικό 140.000 εργαζομένων, όπως και των Πρασίνων. Η δήλωσή μάλιστα εκπροσώπου τους έβαλε το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων: «Κανείς δεν μπορεί ακόμη να εξηγήσει γιατί έχει νόημα μια ακόμη μεγαλύτερη, υψηλού κινδύνου τράπεζα».

Με βάση εξειδικευμένη αρθρογραφία ένας από τους λόγους που το σχέδιο συγχώνευσης έμεινε στα χαρτιά αφορούσε τις επενδύσεις ύψους 8,4 δισ. ευρώ της Commerzbank σε ιταλικά ομόλογα που θεωρούνται πλέον πολύ υψηλού κινδύνου. Η υποβολή των σχεδίων συγχώνευσης στις εποπτικές αρχές προς έγκριση γεννούσε τον κίνδυνο μιας απόφασης ανακεφαλαιοποίησης της νέας συγχωνευμένης τράπεζας έτσι ώστε να καλυφθεί ο κίνδυνος. Γνωστό επίσης είναι ότι η Deutsche Bank μέχρι και τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 πραγματοποιούσε τα μεγαλύτερα κέρδη της από την έκδοση και διαπραγμάτευση παραγώγων. Έκτοτε έχει μείνει με ένα χαρτοφυλάκιο παραγώγων που αντιστοιχούν σε αξίες ύψους 45 τρισ. δολ. Το ποσό είναι μυθικό απ’ όποια σκοπιά κι αν το προσεγγίσουμε. Και τόσο μεγάλο που επιβεβαιώνει τις φήμες ότι η Deutsche Bank αποτελεί την επόμενη Lehman Brothers, με τη διαφορά ότι αυτή η βόμβα βρίσκεται στη δική μας αυλή. Μπροστά σε αυτή την απειλή το σχέδιο αναδιάρθρωσης, παρά το μεγάλο κοινωνικό κόστος που θα προκαλέσει, μοιάζει μάλλον με σταγόνα στον ωκεανό…

18 Ιουλίου 2019 / Πηγή Νέα Σελίδα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου