Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Ελλάδα-Βαλκάνια-Ρωσία-Ευρασία: Γεωπολιτικοί συσχετισμοί, ανταγωνισμοί και οικονομικές συνεργασίες

Γράφει η Νάντια Βαλαβάνη

Παντού στη στενότερη και ευρύτερη περιοχή μας – Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειος απ’ τη μια, η ολοκαίνουργια «ήπειρος» της Ευρασίας από την άλλη – από τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα υπάρχει μια σημαντική κινητοποίηση αντιτιθέμενων γεωπολιτικών στρατηγικών υπό εφαρμογή ή υπό κατασκευή, όλες μ’ ένα ξεκάθαρο στόχο: Να πετύχουν ουσιαστικές μετατοπίσεις στο συσχετισμό δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο με εστίαση στο ποιος ωφελείται περισσότερο από τις ροές πόρων και κεφαλαίου. Ένα προφανές χαρακτηριστικό αυτών των διαδικασιών είναι η, πολύ μεγαλύτερης έκτασης, εμπλοκή των γεωπολιτικών με τα γεωοικονομικά, πριν απ’ όλα με τον παράγοντα της ενέργειας, καθώς και με θέματα συλλογικής ασφάλειας. Ένα δεύτερο προφανές χαρακτηριστικό βρίσκεται στην οικονομική επιθετικότητα των υιοθετούμενων πολιτικών: Τα λεγόμενα «οικονομικά μέτρα» – είτε πρόκειται για αντίποινα ενάντια στη Ρωσία είτε για πόλεμο δασμών ενάντια στην Κίνα – εργαλειοποιούνται ως όπλα σε πρωτοφανή έκταση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο με στόχο την επίτευξη πολιτικών και οικονομικών κερδών σε γιγάντια κλίμακα.



Ελλάδα, Βαλκάνια, ΕΕ, ΗΠΑ και Ρωσία: κάποιες μυθολογικές επισημάνσεις…

Υπάρχει μια γενική συζήτηση σχετικά με την «επιστροφή» διαφόρων «ενδιαφερομένων μερών» στα Βαλκάνια, κάποτε «πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης», τα οποία η Δυτική βιβλιογραφία περιγράφει σήμερα ως «το τελευταίο τμήμα της Δυτικής Ευρώπης που παραμένει δυσλειτουργικό».

Υπάρχει γενική συμφωνία ότι η Ρωσία «επιστρέφει». Στο βιβλίο του Rival Power, Russia inSoutheast Europe (Yale University Press, 2017) ο Βούλγαρος πανεπιστημιακός Ντίμιταρ Μπέτσεβ περιγράφει μια ανανεωμένη οικονομική, στρατιωτική και διπλωματική παρουσία της Ρωσίας σε μια περιοχή όπου, με εξαίρεση την Αλβανία, το Κόσσοβο και τη Ρουμανία (η σχέση της οποίας με τη Ρωσία συνιστά μελέτη περί περιπλοκότητας), μπορεί να τύχει θερμής επιδοκιμασίας απλώς και μόνο επειδή βρίσκεται εκεί, ρισκάροντας ελάχιστα σε προσπάθεια και χρήμα. Στη μελέτη του, που εκδόθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τον τίτλο “Russia at the Western Balkans at a Glance” (Ιούλιος 2017), ο ερευνητής του ΕΚ Μάρτιν Ράσελ περιγράφει πώς η αποθάρρυνση από την ΕΕ και η οικονομική στασιμότητα δημιούργησαν ένα άνοιγμα για τη Ρωσία, βασισμένο στους πολιτισμικούς και ιστορικούς δεσμούς που της προσδίδουν σημαντική «ήπια ισχύ» (soft power), ιδιαίτερα ανάμεσα στους Σέρβους. Τονίζοντας ότι η οικονομική επιρροή της Ρωσίας στην περιοχή περιορίζεται στον ενεργειακό τομέα, ο Ράσελ Μάρτιν επιβεβαιώνει τη γενικευμένη Δυτική άποψη ότι η Ρωσική επιρροή έχει συνεισφορά στο παιχνίδι των εθνικών εντάσεων και στη δυσφορία με την μετα-Γιουγκοσλαβική πολιτική τάξη. Σύμφωνα με την κοινή ανάλυση της Αρόλντα Ελμπασάνι και της Καταρίνα Τάντιτς (η πρώτη δουλεύει σ’ ένα πολιτικό project που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σόρος στο Κόσοβο, η δεύτερη είναι ερευνήτρια στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Βελιγράδι): “Στο σύνολο τους οι ευκαιρίες της περιοχής συνδυασμένες με την εργαλειοθήκη αναταραχής της Ρωσίας καθιστούν δυνατή μια Βαλκανική πολιτική χαμηλού κόστους με υψηλά κέρδη. Αυτή επιτρέπει στη Ρωσία να βάλει πόδι στην περιοχή ρισκάροντας τη μετατροπή της σε χώρο μόνιμης κρίσης και αστάθειας πλάι στην Ευρωπαϊκή Ένωση – κι όλα αυτά ξοδεύοντας σχετικά ελάχιστους πόρους.» Ο Μπέτσεβ, αντιθέτως, εκφράζει μια μειοψηφική, μεταξύ των Δυτικών αναλυτών, άποψη καταλήγοντας ότι “από το Βελιγράδι μέχρι την Άγκυρα, οι δυσλειτουργικές δημοκρατίες, τα πελατειακά κράτη και το ξανακύλισμα σε αυταρχικές πολιτικές συνιστούν εξολοκλήρου τοπικές ασθένειες κι όχι αποτελέσματα κάποιας σατανικής Μοσχοβίτικης συνομωσίας.»

Η δεύτερη γενική συμφωνία έχει να κάνει με την άποψη ότι η «επιστροφή» της Ρωσίας έχει ήδη προκαλέσει μια «επιστροφή» της ΕΕ και του ΝΑΤΟ: Τέσσερα χρόνια από τότε που ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έκλεισε την πόρτα για παραπέρα επέκταση της ΕΕ στα Βαλκάνια, μια ΕΕ «που είχε αλλού το μυαλό της» κινητοποιήθηκε για ν΄ αναζωογονήσει αδρανή αιτήματα διεύρυνσης που αφορούσαν έξι Βαλκανικές χώρες, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο μέχρι το 2022, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη FYROM, την Αλβανία και το Κόσσοβο πιο μακροπρόθεσμα. Η επίσημη πολιτική της ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Φεβρουάριο 2018, καθόρισε έξι «μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες»: κράτος δικαίου, ασφάλεια και μετανάστευση, κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, μεταφορική και ενεργειακή συνδεσιμότητα, ψηφιακή ατζέντα και «συμφιλίωση και σχέσεις καλής γειτονίας», ξεκινώντας με μια λύση στη διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και FYROM. (Στο μεταξύ υπάρχει σ’ εξέλιξη ένας ολοκαίνουργιος πόλεμος δασμών, τον οποίο διεξάγει το Κόσσοβο ενάντια στη Σερβία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη ως κακέκτυπη μίμηση των αντιποίνων που επιβλήθηκαν ενάντια στη Ρωσία.) Ολόκληρη η ημερήσια διάταξη ωστόσο φέρει μια υποψία υπονοούμενου ότι, καθώς η Ρωσία επιχειρεί να εγκατασταθεί στην περιοχή μέσω κυβερνήσεων και επιχειρήσεων, όταν κάποιες απ’ αυτές τις χώρες γίνουν τελικά μέλη της ΕΕ, θα κουβαλήσουν μαζί τους και τη Ρωσική επιρροή.

Η «επιστροφή» της Ρωσίας προκάλεσε επίσης τη φρέσκια προσοχή της Ουάσινγκτον όσον αφορά τους κινδύνους ασφαλείας για τα μέλη του ΝΑΤΟ και κάποιου είδους «επιστροφή» των ΗΠΑ: Το Κογκρέσο απαίτησε από το Υπουργείο Άμυνας μια «εκτίμηση της συνεργασίας για θέματα ασφαλείας μεταξύ κάθε χώρας των Δυτικών Βαλκανίων και της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Αυτή η κατάσταση εξελίχθηκε γρήγορα σε μια πρόσκληση από μεριάς ΝΑΤΟ προς τη FYROM, αφού ολοκληρώσει μια συμφωνία με την Ελλάδα κυρίως σε σχέση με τ’ όνομα της, να γίνει μέλος του club.

Συνοψίζοντας, όπως υποδεικνύουν διάφοροι δυτικοί αναλυτές, σε ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία, τα Βαλκάνια θα μετατραπούν σε πεδίο βολής. Ο Μάρτιν Ράσελ υπενθυμίζει επίσης στη μελέτη του ότι η «ΥΠΕΞ» της ΕΕ Φρεντερίκα Μοργκερίνι έχει διακηρύξει δημόσια ότι τα Δυτικά Βαλκάνια θα μπορούσαν να μετατραπούν σε σκακιέρα στη γεωπολιτική αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.

…και κάποια στοιχεία πραγματικότητας από ελληνικής σκοπιάς

Ο Μπέτσεβ αναφέρεται επίσης στην Ελλάδα, περιγράφοντας πώς στο πρώτο μισό του 2015 εμφανίστηκε στη Μόσχα «με το πιατάκι του ζητιάνου» ελπίζοντας ότι η Ρωσία θα παρείχε τα μετρητά που θα διευκόλυναν την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ν’ αψηφήσει τα μνημόνια της Τρόικας. Αυτή η αναφορά λειτουργεί ουσιαστικά ως απόπειρα «ξεπλύματος» της πλειοψηφίας εκείνης της κυβέρνησης για την ολοκληρωτική της παράδοση στον εκβιασμό της ΕΕ και του ΔΝΤ. Ίσως κι ενός άλλου «ξεπλύματος», στο φως του εντυπωσιακού αναποδογυρίσματος της πολιτικής για τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο από μεριάς της τρέχουσας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Πριν απ’ όλα, το 2013 η «ΕΕ που είχε αλλού το μυαλό της» ή μάλλον μια περισσότερο απερίσπαστη Γερμανία ίδρυσε τη Σύνοδο Κορυφής των Δυτικών Βαλκανίων. Και ο λεγόμενος «Βαλκανικός δρόμος» ή μάλλον η οικοδόμηση φραχτών και τειχών προκειμένου να καταστρέψουν και να παρεμποδίσουν την πρόσβαση των προσφύγων από την Ελλάδα προς τα κράτη του Βορρά, διατήρησε όλη αυτή την περίοδο τα Δυτικά Βαλκάνια στο επίκεντρο της (ευρωπαϊκής) εικόνας.

Δεύτερον, δύσκολα αποδεικνύεται η άποψη περί ΗΠΑ «λίγο-πολύ απόντων». Όπως μας υπενθυμίζει ο Φλόριαν Μπίμπερ στο άρθρο του “Name dropping in the Balkans” (Snapshot, 18 Ιουνίου 2018), “αν η FYROM γίνει μέλος του ΝΑΤΟ, μόνο η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κόσσοβο και η Σερβία θα βρίσκονται εκτός της Ατλαντικής Συμμαχίας». Στο ίδιο άρθρο επιβεβαιώνει αυτό που ξέρει ο καθένας στην Ελλάδα: «Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν αφορά μόνο μια διένεξη για το όνομα που θα έπρεπε να έχει βρει λύση εδώ και πολύ καιρό. Συνιστά επίσης ένα σημείο τομής για ολόκληρη την περιοχή… (Γι’ αυτό η τελική ψήφος τόσο στη FYROM όσο και στην Ελλάδα) δε θα σημαίνει την επικύρωση μόνο της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά επίσης και της Ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης.»

Το ρόλο της Ελλάδας προκειμένου να γίνει αυτό δυνατό, περιέγραψε πρόσφατα ο Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα (και πρώην Πρέσβης στην Ουκρανία την περίοδο των γεγονότων της Πλατείας Μειντάν). Μιλώντας στη «Thessaloniki Summit 2018” (15.11.2018), ανάφερε ότι η Συμφωνία είναι πολύ σημαντική τόσο από γεωπολιτική όσο και από οικονομική σκοπιά, προσθέτοντας: «Όταν πήγα στην Ουάσινγκτον μετά τις Πρέσπες, διαπίστωσα πόσο σημαντική θεωρούν τη συμφωνία και πόσο ενίσχυσε την αντίληψη στις ΗΠΑ για την Ελλάδα ως περιφερειακού ηγέτη και ως χώρας που προσφέρει λύσεις.»

Τρίτον, ως σημείο εστίασης μεταξύ των «λύσεων» που προωθεί η τρέχουσα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται η μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό hub. Σύμφωνα με τις αναλύσεις των συστημικών Ελληνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι γεωτρήσεις για φυσικό αέριο στην Κυπριακή ΑΟΖ, ο TAP και ο αγωγός φυσικού αερίου East-Med, η τριπλή ενεργειακή σύνδεση με τη FYROM και ο αγωγός IGB σύνδεσης με τη Βουλγαρία, καθώς και η πλωτή εξέδρα αεριοποίησης LNG στην Αλεξανδρούπολη δεν είναι παρά «δράσεις του ίδιου (αμερικάνικου) σχεδίου γεωοικονομικού επαναπροσδιορισμού της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου» («Κίνδυνος ανάφλεξης σε Μεσόγειο-Βαλκάνια: Το δόγμα Τραμπ-Τσίπρα-Νετανιάχου», Crisis Monitor, 12.11.2018).

Στην εφημερίδα «Καθημερινή» μια μέρα πριν, ο Βασίλης Νέδος έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Το Σχέδιο των ΗΠΑ και ο ρόλος της Ελλάδας» – αναφερόμενος στις πολιτικο-διπλωματικές όψεις του Αμερικανικού σχεδίου για τη θεμελίωση ενός νέου γεωοικονομικού δόγματος στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Ως επίκεντρο αυτής της διαδικασίας εμφανίζεται η ίδρυση ενός νέου Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας σ’ αυτή την περιοχή με τοπικούς «παράγοντες» και με συμμετοχή των ΗΠΑ. Αυτός ο νέος οργανισμός συλλογικής ασφάλειας θα εστιάζεται στην ενέργεια και θα παίξει τον κύριο λόγο για την επίτευξη του στόχου του σχεδίου των ΗΠΑ για διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας που χρησιμοποιούνται από την ΕΕ αλλά και ευρύτερα, δηλαδή, για περιορισμό της εξάρτησης από το Ρωσικό φυσικό αέριο. Ο Διευθυντής της «Καθημερινής» Αλέξης Παπαχελάς είχε ήδη τονίσει σε σχόλιο του («Καθημερινή», 7.11.2018): «Κάτι σημαντικό δρομολογείται στις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ… Η Ουάσινγκτον θεωρεί ότι κτίζεται ένας άξονας, που ξεκινάει από το Ισραήλ, περνάει από την Κύπρο και την Ελλάδα και καταλήγει στην Πολωνία. Πρόκειται για χώρες που έχουν στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ και προσφέρουν, επίσης, στρατιωτικές διευκολύνσεις.»

Όντως, η Ελλάδα εμφανίζεται ως ο κοινός αριθμητής σε όλα τα τριμερή ή τετραμερή σχήματα, κάποια απ’ αυτά πρωτοεμφανιζόμενα, που δοκιμάζονται αυτόν τον Δεκέμβρη 2018 με στόχο τη δημιουργία ενός τέτοιου άξονα. Στις 7 Δεκεμβρίου ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξης Τσίπρας θα επισκεφτεί τη Μόσχα και θα συναντηθεί με τον Πρόεδρο Πούτιν. Στις 13 Δεκεμβρίου στην Ουάσινγκτον θα διεξαχθεί ο πρώτος «Στρατηγικός Διάλογος» μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας, μέσω του οποίου οι δυο χώρες δημιουργούν για πρώτη φορά(!) ένα σχήμα-«ομπρέλα» για τη «συζήτηση» όλων των σχετικών ζητημάτων. Εκεί θεωρείται ότι η Ελλάδα θα μεταδώσει την αίσθηση που θα έχει αποκομίσει από τη συνάντηση κορυφής στη Μόσχα. Στις 19 Δεκεμβρίου θα διεξαχθεί Σύνοδος Κορυφής της Ελλάδας, Κύπρου και Ιορδανίας στη Λευκωσία. Την επόμενη μέρα το τριμερές σχήμα θα μεταφερθεί όπως είναι στην Ιερουσαλήμ, έτσι ώστε μαζί με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό ν’ αποτελέσουν πια ένα κουαρτέτο. Από μεριάς ΗΠΑ συμμέτοχος στη Σύνοδο τόσο στην Κύπρο όσο και στο Ισραήλ θα είναι ο Γουές Μίτσελ, Υφυπουργός υπεύθυνος για Ευρώπη και Ευρασία στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, συγγραφέας επίσης της θεωρίας σχετικά με τα «συνοριακά κράτη» (frontier states), δηλαδή, τα κράτη που συνορεύουν με την Ευρασία.

Ο σύνδεσμος με τα Βαλκάνια ολόκληρης αυτής της, υπό εξέλιξη και δοκιμαζόμενης τον Δεκέμβριο 2018, δομής είναι η πρόσφατα ιδρυμένη στη Βάρνα Σύνοδος Κορυφής “4+1” (Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία, Ελλάδα συν ΗΠΑ), στην οποία η Ελλάδα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Τέταρτο αλλά όχι και τελικό, η Τουρκία αποτελεί τον απρόβλεπτο παράγοντα. Αν καταφέρει να βρει ξανά ένα νέο, αμοιβαία επωφελές modus vivendi με τις ΗΠΑ, η Κύπρος (που ΔΕΝ είναι μέλος του ΝΑΤΟ) και η Ελλάδα (που είναι από τα παλιότερα μέλη του) θα είναι οι πρώτες χώρες που θα υποστούν τις συνέπειες. Η πρόσφατη τραγική εμπειρία των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας-Κούρδων του PYD στο Συριακό Ιντλίμπ είναι αρκετά εύγλωττη.

Όλες αυτές μπορεί να είναι εκτιμήσεις σε εξέλιξη, καθώς οι ίδιες οι διαδικασίες που αφορούν βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη, ενώ ο Γουές Μίτσελ είναι ολοφάνερα ο κρυμμένος κρίκος με την Ευρασιατική («Μια ζώνη, ένας δρόμος», σύμφωνα με την Κίνα) προέκταση αυτών των σχεδιασμών. Υπάρχει, ωστόσο, μια ανείπωτη και άγραφτη, εξαιρετικά βασική ερώτηση, που θα έπρεπε να είχε ήδη τεθεί: Τι γίνεται με αυτούς που θα πληρώσουν το λογαριασμό; Τι γίνεται με τους λαούς που αφορά αυτό το γεωπολιτικό και γεωοικονομικό «κουβάρι», συμπεριλαμβανομένων των Παλαιστινίων, που εμφανίζονται ως μη έχοντες την παραμικρή ΑΟΖ;

Υπάρχει και μια δεύτερη βασική ερώτηση που χρειάζεται επίσης να τεθεί: Θα μπορούσε να υπάρξει στην περιοχή οποιασδήποτε εκδοχής διαρκής ειρήνη και σταθερότητα – αξίες που όλοι ομνύουν στ’ όνομα τους – ή ακόμα και αμοιβαία επωφελείς προοπτικές οικονομικής συνεργασίας όσο επεκτείνονται παλιοί οργανισμοί «συλλογικής ασφάλειας» και οικοδομούνται νέοι, όλοι με αποκλεισμό της Ρωσίας και σε άμεση αντιπαλότητα μαζί της;

7 Δεκεμβρίου 2018 / Πηγή : iskra.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου